Υπάρχουν οι gym maniacs. Εκείνοι, που θεωρούν αδιανόητο να ξεκινήσουν τη μέρα τους δίχως μερικά σετ κοιλιακών, που αγαπούν ως εαυτόν τον Ηρακλή και κάθε άλλο όργανο βασανιστηρίων με κωπηλατικό όνομα και που όταν μιλούν για μπάρες, δεν εννοούν εκείνες στις οποίες ακουμπάμε το ουίσκι ή την μπύρα μας.
Κι υπάρχουν και οι άλλοι… Εκείνοι, που σχεδόν κάθε χρόνο, την εποχή πάνω – κάτω που ανθίζουν οι μυγδαλιές και αρχίζει να τίθεται ως ερώτημα το «τι θα κάνουμε το Πάσχα/Αγίου Πνεύματος/Καλοκαίρι;», συνειδητοποιούν με κρυφό τρόμο, πως οι καταχρήσεις του χειμώνα κάνουν το εν λόγω προσεχώς να φαντάζει με εφιάλτη.
Συγκεντρώνοντας όλη τους την αποφασιστικότητα καταλήγουν στο πλησιέστερο γυμναστήριο, με τη λάμψη του νεοφώτιστου να φλογίζει τα μάτια τους. «Είναι ζήτημα μερικών εβδομάδων να φτιάξω…» υπόσχονται (ακόμη χειρότερα: φροντίζουν να ενημερώσουν και άλλους γι’ αυτό) «…το τέλειο σώμα. Wait and see!» -οι πιο απερίσκεπτοι μάλιστα εξ αυτών πληρώνουν τρίμηνη (ή και ακόμη μεγαλύτερη σε διάρκεια) συνδρομή, έχοντας ενδεχομένως στο βάθος του μυαλού τους κάποια κρυφή ελπίδα πως προλαβαίνουν…
Από μία πρόχειρη στατιστική, τουλάχιστον έξι φορές στις δέκα, οι υποσχέσεις τους αποδεικνύονται τόσο ισχυρές όσο κι εκείνες που δίνεις μισομεθυσμένος ξημερώματα στην ξανθιά που πριν λίγες ώρες γνώρισες, (σχετικό: υπάρχει σίγουρα κάτι το ειρωνικό) στο γεγονός ότι ένα από τα βασικά κίνητρα αρκετών επίδοξων καλογυμνασμένων της κατηγορίας -που πριν αλέκτωρ λαλήσει τρισπεύδουν να απιστήσουν απέναντι στο γυμναστήριο, τον εαυτό τους και τις εύκολες υποσχέσεις τους, είναι ακριβώς η προοπτική της απιστίας, ή τουλάχιστον η εξασφάλιση των στοιχειωδών για κάθε απολαυστικό παραστράτημα αισθητικών προϋποθέσεων, απέναντι στο μόνιμο και νόμιμο έτερον ήμισυ).
Photo: Unsplash/Brad Neathery
Life is not a movie, όμως. Κι όχι μόνο οι ίδιοι δεν είναι -ούτε κατ’ ελάχιστον- Ρόκυ Μπαλμπόα, μα και τα γυμναστήρια, στην πραγματικότητα, δε μοιάζουν ακριβώς με την εικόνα που έχεις από το σινεμά, τους αστικούς θρύλους και τις παραδόσεις.
Πισίνα μπορεί να υπάρχει, απαστράπτοντα όργανα και σειρές ολόκληρες από βάρη και αλτήρες ομοίως, μόνο που -όπως σύντομα διαπιστώνεις- ένα από τα τελευταία πράγματα που σε απασχολούν καθώς ιδροκοπάς στον πάγο είναι το styling. Άσε που οι… γνωριμίες του «γυμναστηρίου» στην πραγματικότητα μοιάζουν πολύ με εκείνες που γίνονται σε οποιονδήποτε άλλο χώρο κοινωνικής συνάθροισης. Όμοιος τον όμοιο: μοντέλες με μοντέλους, αθλητικοί με αθλητικούς, beautiful people με beautiful people, losers με losers κ.ο.κ. Είναι άραγε προδοσία να το ξανασκεφτείς (για την ακρίβεια: να μην το ξανασκεφτείς!); Ναι. Και όχι. Με άλλα λόγια, αν σκεφτείς πως a man’s gotta do what a man’s gotta do, είναι προδοσία, όπως και κάθε άλλη υπαναχώρηση. Από την άλλη, πρόκειται για μία από τις πλέον ανώδυνα προδοτικές συμπεριφορές που μπορεί να σκεφτείς! ΟΚ, δηλαδή τα love handles γύρω από τη μέση σου θα παραμείνουν ως έχουν κι η γράμμωση που ονειρευόσουν να αποκτήσεις θα παραμείνει όνειρο και απωθημένο σου. Ε, και;
«Στο γυμναστήριο -ή στη γυμναστική γενικότερα- ισχύει πάνω-κάτω, αυτό που οι Αμερικανοί συνηθίζουν να λένε στο ρίγκ της πυγμαχίας: You can run but you can’t hide». Το περί ου ο λόγος hide, μάλιστα, γίνεται ακόμη πιο δύσκολο, όταν καλείσαι να κρυφτείς από τον εαυτό σου, όταν χρειάζεται -προκειμένου να υποστηρίξεις με πράξεις όσα απερίσκεπτα έχεις ξεστομίσει- να στείλεις για ύπνο τον τρυφηλό σου εαυτό και να ξυπνήσεις μέσα σου κάτι από το σκυλί του πολέμου. Μιλάτε σοβαρά; Έτσι εύκολα νομίζετε ότι γίνονται τα πράγματα;
Ο καθένας έχει τελικά το σώμα (όπως και διάφορα ακόμη πράγματα) που του αξίζει. Αν στο κάτω-κάτω αφήσουμε στην άκρη κάποιες ακραίες περιπτώσεις (π.χ. να είσαι στο κρεβάτι λόγω ατυχήματος επί δυο μήνες τρώγοντας πίτσες εμπρός στην τηλεόραση), κανείς δε σε υποχρεώνει να γίνεις λιγότερο ή περισσότερο πλαδαρός απ’ όσο στην πραγματικότητα επιθυμείς. Απ΄όσο σου πάει και σου πρέπει. Το να λες «μα δε μ’ αρέσει ο εαυτός μου, στον καθρέφτη» λίγο πριν αράξεις για ακόμη ένα βράδυ στον καναπέ, είναι σα να λες «μαμά, θα ήθελα να με έχεις γεννήσει λίγο ψηλότερο». Και το γυμναστήριο, από το οποίο το μόνο που κατάφερες είναι να πάρεις, πριν τελικά το προδώσεις, μία μυρωδιά (μεταξύ μας: όχι ιδιαίτερα σαγηνευτική) δεν είναι παρά το ψυχολογικό αντίστοιχο των ψηλοτάκουνων… Ποιος μπορεί να τα φορέσει για πολύ;